Akindynos and Palamas
Introduction
Overview
Historical Background
Why two Versions?
Digital Edition
Letter A
Letter B
Synopsis Letters A/B
Summary of the Letter Versions
Manuscripts
Source Texts
Bibliography
Imprint
Synopsis Letters A and B
Synchronized scrolling:
On
Left: Version A / Right: Version B
Select Letter
Letter A
Letter B
Synopsis Letters A/B
Colour Code
1
2
Ἐπιστολὴ τοῦ
Παλαμᾶ
ἀνεσκευασμένη, ἣν
3
ἀπὸ
Θεσσαλονίκης
4
τῷ μακαρίτῃ ἀπέστειλεν
Ἀκινδύνῳ
1
5
6
α´
7
Εὖγέ σοι τῆς ὑπὲρ ἀληθείας ἐνστάσεως·
8
πᾶσα δὲ μέμψις ἀπίτω νῦν, κἂν ᾖ δικαία·
9
καιρὸς γὰρ καὶ ταύτης, καὶ μάλιστα εἴπερ ἐξ
10
ἀγάπης ὁρμᾶται.
2
11
β´
12
Τὸ
μέντοι
διθεΐτας ἡμᾶς τὸν
κενόφρονα
3
13
λέγειν σύντομός ἐστιν ἀπόδειξις τῆς ἡμῶν
14
εὐσεβείας καὶ τῆς ἐκείνου κακοδοξίας· ἐπεὶ
15
καὶ ὁ μέγας
Βασίλειος
τριθεΐτης ἤκουσε
16
παρὰ τῶν βλασφημούντων εἰς τὸν υἱὸν καὶ
17
τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον.
4
ἆρ’ οὖν οὐ
τοῦτο μέγα
18
δεῖγμα τῆς ἀσφαλοῦς τοῦ μεγάλου
19
θεολογίας, ὅτι τρία ταῖς ὑποστάσεσιν ἔλεγε
20
τὸν ἕνα θεόν; τί δ’ ἂν εἴη μεῖζον
αὖθις
τῆς
21
κακοδοξίας τεκμήριον τῶν διὰ τοῦτο ἐκεῖνον
22
τριθεΐτην λεγόντων;
23
24
25
26
27
28
29
30
31
32
33
34
35
36
37
38
39
40
41
42
43
44
45
46
47
48
49
50
51
52
53
54
55
56
57
58
59
60
61
62
63
64
65
66
67
γ´
68
Οὕτω τοίνυν
καὶ ἡμῶν ἀρτίως ταῖς ἐνεργείαις
69
πολλὰ
λεγόντων
τὸν ἕνα θεὸν ὁ πολυθέους
70
ἡμᾶς λέγων
δῆλός ἐστιν αὐτὸς οὐ τὸν
71
πάντων ποιητὴν
προσκυνεῖν
, ἀλλὰ θεόν τινα
72
ἀνενέργητον
,
73
μᾶλλον δὲ
74
75
76
77
78
79
80
81
82
83
84
85
86
87
88
89
90
91
92
93
94
95
96
97
98
99
100
101
102
103
ἀνύπαρκτον
.
104
105
τὸ γὰρ μηδεμίαν
ἐνέργειαν ἔχον
106
τῶν μηδαμῶς ὄντων ἐστίν.
107
108
109
110
εἶπεν
οὖν ὁ
ἄφρων
οὗτος
111
112
ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ οὐκ ἔστι θεός
, εἰ καὶ τοῖς
113
χείλεσι
θεὸν εἶναι διϊσχυρίζεται
.
114
δ´
115
Ἀλλ’ ἔχει, φησίν, ἐνεργείας ὁ θεός, κτιστὰς
116
δέ
.
5
πᾶσα γὰρ ἐνέργεια θεοῦ χωρὶς τῆς τὰ
117
πάντα ἐνεργοῦσης οὐσίας κτιστὴ
118
κατὰ τοὺς ἐκείνου λόγους.
119
120
121
122
τῆς ἀσεβείας·
123
ἢ γὰρ οὐκ ἔχει φυσικὰς καὶ οὐσιώδεις
124
ἐνεργείας ὁ θεός, καὶ ἄθεός ἐστιν ὁ τοῦτο
125
λέγων· τοῦτο γὰρ ἄντικρύς φησιν, ὅτι
126
οὐκ ἔστι θεός· οἱ γὰρ ἅγιοι φανερῶς
127
λέγουσιν, ὅτι φυσικῆς καὶ οὐσιώδους
128
ἐνεργείας μὴ οὔσης οὔτε θεὸς ἔσται οὔτε
129
ἄνθρωπος,
130
131
132
ἤ εἴπερ εἰσὶν ἐνέργειαι θεοῦ φυσικαὶ καὶ
133
οὐσιώδεις, κτισταὶ δέ εἰσιν αὗται, κτιστὴ
134
ἔσται καὶ ἡ ταύτας ἔχουσα οὐσία τοῦ θεοῦ·
135
ἧς γὰρ οὐσίας τε καὶ φύσεως αἱ φυσικαὶ καὶ
136
οὐσιώδεις ἐνέργειαι κτισταί, ἄκτιστος αὐτὴ
137
οὐκ
ἔστι
·
138
καὶ τοῦτο δείκνυσι σαφῶς ὁ θεῖος
Μάξιμος
6
,
139
λέγων
«οὐχ οἷόν τε τὴν αὐτὴν καὶ μίαν
140
ἐνέργειαν ἄκτιστον εἶναι καὶ κτιστήν»
. ἡ μὲν
141
γὰρ ἀκτίστου φύσεως, ἡ δὲ κτιστῆς.
142
143
144
145
146
147
148
149
150
151
152
153
154
155
156
157
158
159
160
161
162
163
164
165
166
167
168
169
170
171
172
173
174
175
176
177
178
179
180
181
182
183
184
185
186
187
188
189
190
191
192
193
194
195
196
197
198
199
200
201
202
203
204
205
206
207
208
209
210
211
212
213
214
215
216
217
218
219
220
221
222
223
224
225
226
227
228
229
230
231
232
233
234
235
236
237
238
239
240
241
242
243
244
245
246
247
248
249
250
251
252
253
254
255
256
257
258
259
260
261
262
263
264
265
266
267
268
269
270
271
272
273
274
275
276
277
278
279
280
281
282
283
284
285
286
287
288
289
290
291
292
293
294
295
296
297
298
299
300
301
302
303
304
305
306
307
308
309
310
311
312
313
314
315
316
317
318
319
320
321
322
323
324
325
326
327
328
329
330
331
332
333
334
335
336
337
338
339
340
341
342
343
344
345
346
347
348
349
350
351
352
353
354
355
356
357
358
359
360
361
362
363
364
365
366
367
368
369
370
371
372
373
374
375
376
377
378
379
380
381
382
383
384
385
386
387
388
389
390
391
392
393
394
395
396
397
398
399
400
401
402
403
404
405
406
407
408
409
410
411
412
413
414
415
416
417
418
419
420
421
422
423
424
425
426
427
428
429
430
431
432
433
434
435
436
437
438
439
440
441
442
443
444
445
446
447
448
449
450
451
452
453
454
455
ε´
456
Ὅτι δὲ ἡ θεοποιὸς δωρεὰ τοῦ πνεύματος
457
θεότης λέγεται καὶ ὑπὲρ ταύτην τὴν θεότητά
458
ἐστιν ὁ θεός, ὁ μέγας
Διονύσιος
ἐναργῶς
459
460
461
462
463
παρίστησιν
ἐν τῇ δευτέρᾳ πρὸς
Γάϊον
464
ἐπιστολῇ·
465
«
πῶς
γάρ»
, φησίν, «
ὑπὲρ θεαρχίαν
ὁ θεός
466
ἐστιν
;
467
εἰ θεότητα νοήσαις
468
τὸ χρῆμα τοῦ θεοποιοῦ
469
δώρου
;
τῆς οὕτω λεγομένης θεότητος
470
471
ὁ πάσης ἀρχῆς ὑπεράρχιός ἐστιν ἐπέκεινα.»
7
472
κἀν τῷ περὶ θείας εἰρήνης κεφαλαίῳ
473
τελευτῶν
πάντας τοὺς θείους
474
ἱεροδιδασκάλους τοῦτ’ αὐτὸ προάγει
475
φάσκοντας.
476
477
ἔστιν ἄρα θεότης ὑφειμένη κατὰ τοὺς
478
θεοσόφους θεολόγους
479
480
δῶρον οὖσα τῆς ὑπερκειμένης
.
8
481
482
483
484
485
486
487
488
489
490
491
492
τὸ
δὲ
τοῦ θεοῦ θεοποιὸν δῶρον ἐνέργεια
493
αὐτοῦ
ἐστι.
«πάντα γάρ»
, φησίν, «
ἐνεργεῖ ἓν
494
καὶ τὸ αὐτὸ πνεῦμα»
,
495
496
497
498
καὶ τὰς ἐνεργείας τοῦ πνεύματος
499
πνεῦμα
φίλον τῷ Ἡσαϊᾳ καλεῖν
,
500
501
502
503
504
505
506
507
δηλαδὴ
τὰ δῶρα τοῦ πνεύματος.
508
509
αἱ δὲ τοῦ
θείου
ἐνέργειαι
510
ἄκτιστοί
εἰσιν,
εἰ καὶ τὰ πλείω τῶν
511
ἀποτελεσμάτων τούτων κτίσματά ἐστι.
512
τοιγαροῦν ἡ θεοποιὸς χάρις τοῦ
παναγίου
513
πνεύματος
οὐ θεότης μόνον, ἀλλὰ καὶ
514
ἄκτιστος
θεότης
κατὰ τοὺς θεοσόφους
515
θεολόγους.
516
517
518
519
520
521
522
523
524
525
526
527
528
529
530
531
532
533
534
535
536
537
538
539
540
541
542
543
544
στ´
545
Διὸ καὶ ὁ μέγας
Βασίλειός
φησι
·
«τὸ πνεῦμα
546
τὸ ἅγιον ἐξέχεεν
ὁ θεὸς ἐφ᾿ ἡμᾶς
πλουσίως
547
διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ· ἐξέχεεν, οὐκ ἔκτισεν·
548
ἐχάρισεν
, οὐκ ἐδημιούργησεν· ἔδωκεν, οὐκ
549
ἐποίησεν.»
τί
γοῦν
ἐξέχεε καὶ
ἔδωκε καὶ
550
ἐχάρισεν ὁ θεὸς ἡμῖν;
551
ἆρα τὴν οὐσίαν ἢ τὴν χάριν τοῦ
552
πνεύματος; τὴν θεοποιὸν πάντως χάριν,
553
καθὰ
καὶ ὁ
χρυσοῦς
θεολόγος
554
Ἰωάννης
9
φησίν, ὅτι
«οὐχ ὁ Θεός, ἀλλ’ ἡ
555
χάρις ἐκχεῖται»
.
556
557
558
559
ὁρᾷς
σαφῶς,
ὅτι
ἄκτιστος ἡ χάρις.
560
ζ´
561
Οὐ μόνον δὲ ἡ τοιαύτη χάρις ἄκτιστος, ἀλλὰ
562
καὶ τὸ ἀποτέλεσμα
τῆς τοῦ θεοῦ τοιαύτης
563
564
565
ἐνεργείας
ἄκτιστόν
ἐστι.
566
567
568
569
570
571
572
ταῦτ’ ἄρα
573
καὶ ὁ μέγας
Παῦλος
10
τὴν χρονικὴν μηκέτι
574
ζῶν ζωήν
, ἀλλὰ
τὴν τοῦ ἐνοικήσαντος
575
λόγου θείαν καὶ ἀΐδιον, ἄναρχος γέγονε
576
καὶ ἀτελεύτητος
χάριτι,
κατὰ τὸν θεῖον
577
Μάξιμον
,
καὶ ὁ
Μελχισεδὲκ
«οὔτε ἀρχὴν
578
ἡμερῶν οὔτε ζωῆς τέλος ἔσχεν», «οὐ διὰ τὴν
579
φύσιν τὴν κτιστήν, δι’ ἣν τοῦ εἶναι ἤρξατο
580
καὶ ἔληξεν, ἀλλὰ διὰ τὴν χάριν τὴν θείαν καὶ
581
ἄκτιστον καὶ ἀεὶ οὖσαν ὑπὲρ πᾶσαν φύσιν
582
καὶ χρόνον ἐκ τοῦ ἀεὶ ὄντος θεοῦ»
.
583
η´
584
Κτιστὸς οὖν ἦν ὁ Παῦλος, μέχρις ἂν
585
ἔζη τὴν προστάγματι Θεοῦ ἐξ οὐκ ὄντων
586
γεγονυῖαν ζωήν. ὅτε δὲ
μηκέτι
ταύτην ἔζη,
587
ἀλλὰ τὴν ἐνοικήσει τοῦ θεοῦ
588
προσγενομένην, ἄκτιστος γέγονε τῇ χάριτι,
589
καθὰ καὶ ὁ Μελχισεδὲκ καὶ πᾶς ὁ ζῶντα καὶ
590
ἐνεργοῦντα μόνον τὸν τοῦ θεοῦ λόγον ἐν
591
ἑαυτῷ κτησάμενος.
592
593
ταύτῃ τοι
καὶ ὁ μέγας φησὶ
Βασίλειος
, ὅτι
594
«τὸ κινηθὲν ὑπὸ πνεύματος ἁγίου κίνησιν
595
ἀΐδιον, ζῷον ἅγιον ἐγένετο· ἔσχε δὲ ἀξίαν
596
ἄνθρωπος πνεύματος εἰσοικισθέντος,
597
προφήτου, ἀποστόλου, ἀγγέλου, θεοῦ,
598
ὢν πρότερον γῆ καὶ σποδός».
599
θ´
600
Πῶς οὖν ἄν τις συγχωρήσειε, κἂν τῶν θείων
601
ἐνεργειῶν μηδένα ποιῆται λόγον, ἓν τὸ
602
ἄκτιστον ὑπάρχειν, μὴ τοῦ φύσει
603
προσκειμένου, ἔστιν ὧν χάριτι ἀκτίστων
604
ὄντων καὶ θεῶν καὶ κατάλληλον ἑαυτοῖς ἐξ
605
ἀνάγκης θεότητα ἐχόντων, καὶ ταῦτα πρὸς
606
τὸν ἀναιροῦντα τὴν χάριν διαλεγόμενος;
607
ἀλλὰ γὰρ ἄκτιστοι μὲν οὗτοι
608
609
610
χάριτι πάντες
ὥσπερ καὶ θεοί. αὐτὴ
611
δ’ ἡ χάρις ἄκτιστος,
612
ὡς μικρὸν ἀνωτέρω προαποδέδεικται καὶ τοῦ
613
σοφοῦ Μαξίμου ἤκουσας εἰπόντος.
11
614
615
616
617
τὸν γὰρ κενόφρονα
12
ληρεῖν ἐᾶν μίμησιν
618
φυσικὴν λέγοντα τὴν χάριν ταύτην, ἐπεὶ
619
πολλαὶ τε καὶ δειναὶ καὶ ἀπὸ τούτου
620
τίκτονται αἱρέσεις.
621
622
623
624
ι´
625
Σὺ
δέ, φησί,
φύλαττέ μοι τὴν καλὴν ταύτην
626
τῶν πατέρων παρακαταθήκην, ὅτι ἄκτιστος ἡ
627
χάρις
αὕτη.
628
ια´
629
Πυνθάνῃ τοίνυν, εἰ χάριτι τοῦ ἀκτίστου
630
τετύχηκεν ἡ χάρις;
631
ἀλλ’ ἔσται χάρις χάριτος, καὶ ταύτης πάλιν
632
ἄλλη, καὶ τοῦτο ἐπ’ ἄπειρον.
633
φύσει οὖν ἔσται ἄκτιστος ἡ χάρις
13
; ἀλλὰ δεῖ
634
φύσιν ἔχειν τὸ κατ’ ἐκείνην τι λεγόμενον,
635
ὥσπερ καὶ οὐσίαν τὸ κατ’ αὐτήν, ὡς εἶναι
636
τούτου τὴν φύσιν καὶ τὴν οὐσίαν. οὐκ ἔστι δὲ
637
τῆς χάριτος ἡ φύσις, ἀλλὰ τῆς φύσεως ἡ
638
χάρις.
639
ιβ´
640
Καὶ γὰρ φύσεώς ἐστιν ἐνέργεια.
641
ιγ´
642
Φύσει
δὲ ἄκτιστον εἰπών τις μόνον τὸν θεόν,
643
καὶ τὰς αὑτοῦ φυσικὰς ἐνεργείας
644
συμπεριείληφεν ἁπάσας. τί οὖν ἔτι ζητεῖν δεῖ
645
καὶ διαιρεῖν;
646
ἂν οὖν ἔρηταί τις, πῶς ἄκτιστος ἡ χάρις, εἰπὲ
647
ὡς φύσεως ἐνέργεια θεοῦ, καὶ κατὰ τὸν ἅγιον
648
Ἰσαὰκ
ὡς
«δόξα τῆς φύσεως αὐτοῦ»
.
649
650
651
652
653
654
ὁ κενόφρων
14
τοίνυν
οὗτος τὰ βαθέα τοῦ
655
σατανᾶ μεμυημένος καὶ κτιστὰς δυσσεβῶς
656
δοξάζων τὰς θείας ἐνεργείας
οὐ θέλει τὸν
657
θεὸν φύσει λέγειν ἄκτιστον εἰδὼς τῷ τρόπῳ
658
τούτῳ καὶ τὰς ἐνεργείας τῆς αὑτοῦ φύσεως
659
ἀκτίστους δεικνυμένας.
660
ιδ´
661
Καὶ τοίνυν ὑφελόμενος τὸ φύσει
662
μίαν ἄκτιστον κηρύττει θεότητα.
15
1
Γ´ πρὸς
Ἀκίνδυνον
2
Τοῦ αὐτοῦ
1
πρὸς
Ἀκίνδυνον
, ἐστάλη δ’
3
ἀπὸ
Θεσσαλονίκης
4
πρὸ τῆς τοῦ
Βαρλαὰμ
καὶ αὐτοῦ συνοδικῆς
5
καταδίκης
2
6
7
8
9
10
11
1.
12
Τὸ διθεΐτας ἡμᾶς τὸν
κακόφρονα
Βαρλαὰμ
3
13
λέγειν σύντομός ἐστιν ἀπόδειξις τῆς ἡμῶν
14
εὐσεβείας καὶ τῆς ἐκείνου κακοδοξίας, ἐπεὶ
15
καὶ ὁ μέγας
Βασίλειος
τριθεΐτης ἤκουσε
16
παρὰ τῶν βλασφημούντων εἰς τὸν υἱὸν καὶ
17
τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον. ἆρ’ οὖν οὐ
μέγα τοῦτο
18
δεῖγμα τῆς ἀσφαλοῦς τοῦ μεγάλου
19
θεολογίας, ὅτι τρία ταῖς ὑποστάσεσιν ἔλεγε
20
τὸν ἕνα θεόν; τί δ’ ἂν εἴη μεῖζον τῆς
21
κακοδοξίας τεκμήριον τῶν διὰ τοῦτο ἐκεῖνον
22
τριθεΐτην λεγόντων;
23
Ἐπὶ δὲ τὸν τῆς θεολογίας ἐπώνυμον
24
Γρηγόριον
οἱ τῆς
Ἀπολιναρίου
συμμορίας
25
καὶ λίθους ἔβαλον καὶ πρὸς τὸ δικαστήριον
26
εἷλκον διθεΐτην ἀποκαλοῦντες αὐτόν, ὡς
27
τέλειον κατ’ ἄμφω φρονοῦντα τὸν
28
θεάνθρωπον λόγον.
4
Μαξίμου
δὲ τοῦ τὰ θεῖα
29
σοφοῦ καὶ τὴν χεῖρα καὶ τὴν γλῶτταν οἱ κατὰ
30
Σέργιον
καὶ
Πύρρον
ἀφειδῶς ἀπέτεμον
31
διθεΐας ἔγκλημα τούτῳ καὶ πολυθεΐας
32
προσάπτοντες ὡς διττὰς ἐπὶ Χριστοῦ
33
κηρύττοντι θελήσεις καὶ ἐνεργείας, κτιστὰς
34
δηλαδὴ καὶ ἀκτίστους, καταλλήλως ταῖς
35
φύσεσιν,
5
ἀκτίστου κατ’ αὐτὸν οὔσης οὐ τῆς
36
θείας φύσεως μόνης, ἀλλὰ καὶ τῆς θείας
37
θελήσεως καὶ πασῶν τῶν τῆς θείας φύσεως
38
φυσικῶν ἐνεργειῶν, αἳ φύσεις οὐκ εἰσίν,
39
ἀλλὰ κινήσεις θεοπρεπεῖς, ὡς πολλαχοῦ τῶν
40
λόγων αὐτὸς παρίστησι. τοῦτό ἐστι καθ’ ὃ
41
καὶ ἡμεῖς διαβαλλόμεθα νῦν.
6
42
2.
43
Ἀλλ’ ὅπερ ἔφην, μέγα μὲν τὸ κατηγόρημα
44
τοῦτο γνώρισμα τῆς ἀσφαλοῦς τῶν ἁγίων
45
θεολογίας, οὐδὲν δ’ ἧττον τῆς κακοδοξίας
46
ἐναργὴς παράστασις τῶν διὰ ταῦτα ἐκείνους
47
πολυθέους λεγόντων. οὕτω τοίνυν καὶ πρὸς
48
τοὺς ἀρτίως κατατεμόντας ἀθέσμως εἰς
49
κτιστὰ καὶ ἄκτιστα τὴν μίαν θεότητα καὶ τὴν
50
μὲν θείαν μόνην οὐσίαν ἄκτιστον εἶναι
51
λέγοντας θεότητα καὶ πᾶν ἄκτιστον τῆς θείας
52
οὐσίας παντάπασιν ἀδιάφορον, κτιστὴν δὲ
53
πᾶσαν δύναμιν καὶ ἐνέργειαν, ἣ ταύτης
54
ὁπωσδήποτε διενήνοχεν, ἄκτιστον ἡμῶν καὶ
55
κατ’ αὐτὰς εἰρηκότων καὶ πολλὰ ταῖς
56
ἐνεργείαις ὡς παντοδύναμον τὸν ἕνα κατ’
57
οὐσίαν θεόν.
7
πληθύνεσθαι γὰρ ὁ θεὸς λέγεται
58
κατὰ τὸν θεῖον
Μάξιμον
, τῷ καθ’ ἕκαστον
59
εἰς παραγωγὴν τῶν ὄντων βουλήματι
60
προνοητικαῖς προόδοις πολλαπλασιαζόμενος
61
καὶ κατ’ οὐσίαν μὲν ἄγνωστον παντάπασι,
62
κατ’ ἐκείνας δὲ γνωστόν, αἵ εἰσιν ἡ
63
ἀγαθότης, ἡ σοφία, ἡ δύναμις, ἡ θειότης ἤτοι
64
μεγαλειότης καὶ ἁπλῶς πάντα τὰ περὶ τὴν
65
οὐσίαν, ὡς καὶ ὁ
Χρυσόστομος
ἐπὶ λέξεώς
66
φησι πατήρ.
8
67
3.
68
Οὕτω τοίνυν
ταῦτα πρὸς τοὺς τοιούτους
9
69
ἡμῶν
λεγόντων
ὁ διθεΐαν κατηγορῶν
70
δῆλός ἐστιν αὐτὸς
10
οὐ τὸν
71
πάντων ποιητὴν
προσκυνῶν
, ἀλλὰ θεόν τινα
72
ἀνενέργητον·
73
οὐ γὰρ ἔτι δύναιτ’ ἂν αὐτὸν εἰπεῖν
74
δημιουργὸν ἢ θεουργὸν ἢ ὅλως ἐνεργὸν
75
σαφῶς ἀποφηναμένου τοῦ σεπτοῦ
Μαξίμου
,
76
ὡς οὐκ ἔστιν ἐνεργεῖν χωρὶς ἐνεργείας
77
καταλλήλου δήπουθεν, ὥσπερ οὐδὲ ὑπάρχειν
78
χωρὶς ὑπάρξεως. ἀλλ’ οὐδὲ ἄκτιστον ἐρεῖ
79
τοῦτον, ὅν φησιν ὁ
Βαρλαὰμ
θεόν· ἐκ γὰρ
80
τῆς ἀκτίστου ἐνεργείας κατὰ τὸν αὐτὸν πάλιν
81
θεολόγον ἡ ἄκτιστος φύσις χαρακτηρίζεται.
82
τὸ δὲ χαρακτηρίζον τοῦ χαρακτηριζομένου
83
διενήνοχεν.
84
Εἰ τοίνυν μὴ ἔχει διαφέρουσαν ἑαυτῆς ἡ θεία
85
φύσις ἐνέργειαν ἄκτιστον καὶ ταύτην οὖσαν
86
καὶ γνωστὴν ἡμῖν ἐκ τῶν ἐνεργημάτων
87
ἐκείνη πάσης καταλήψεως ὑπερανιδρυμένη,
88
πῶς εἴσεταί τις τῶν ἁπάντων, ὡς ἔστι τις
89
φύσις ἄκτιστος ἀπερινόητος οὖσα καθ’
90
ἑαυτὴν ἐκ δὲ τῶν περὶ αὐτὴν γινωσκομένη,
91
ὧν ἐστι κατὰ τὸν μέγαν
Ἀθανάσιον
καὶ ἡ
92
ταύτης δύναμις καὶ ἡ ἐνέργεια; τί δ’ ὅμως
93
ταῦτα μηκύνω λέγων καὶ ταῦτα τῶν ἁγίων
94
διδασκόντων ἐπὶ λέξεως, ὅτι φύσις θεοῦ καὶ
95
ἐνέργεια οὐ ταὐτόν; τῆς μὲν γὰρ φύσεώς ἐστι
96
τὸ γεννᾶν, τῆς δὲ ἐνεργείας τὸ ποιεῖν· καὶ
97
ἄλλο ἡ οὐσία τοῦ θεοῦ καὶ ἕτερον ἡ
98
οὐσιώδης τοῦ θεοῦ ἐνέργεια· καὶ ἄλλο μὲν ἡ
99
οὐσία τοῦ θεοῦ, ἑτέρα δὲ τῶν περὶ αὐτὴν
100
ὀνομάτων ἡ σημασία. τί τοίνυν ταῦτα
101
μηκύνω λέγων; ὁ γὰρ
Βαρλαάμ
, δι’ ὧν
102
φησιν,
103
ἀνύπαρκτον
104
ἡμῖν εἰσάγει θεόν.
105
τὸ γὰρ μηδεμίαν
ἔχον
δύναμιν ἢ
ἐνέργειαν
106
φυσικὴν οὔτε ἔστιν, οὔτε τί ἐστιν, οὔτε ἔστι
107
παντελῶς αὐτοῦ θέσις οὐδὲ ἀφαίρεσις κατὰ
108
τοὺς θεολόγους.
109
4.
110
Εἶπεν οὖν ὁ ἄφρων οὗτος
τῆς ἡμῶν
111
εὐσεβείας κατήγορος, ὅτι
112
οὐκ ἔστι θεὸς ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ
, εἰ καὶ τοῖς
113
χείλεσιν
εἶναι
δῆθεν
θεὸν ἰσχυρίζεται
.
114
115
ἀλλ’ ἔχει
, φησίν,
ἐνεργείας ὁ θεός, κτιστὰς
116
δέ· πᾶσα γὰρ ἐνέργεια θεοῦ χωρὶς τῆς τὰ
117
πάντα ἐνεργούσης οὐσίας κτιστή,
118
καὶ ἓν ἄναρχον καὶ ἀτελεύτητον ἡ θεία
119
φύσις, καὶ αὕτη ἐστὶ τὸ μόνον ἄκτιστον φῶς
120
καὶ ἡ ἄκτιστος δόξα τοῦ θεοῦ.
11
τῆς
121
δυσσεβείας, οἰκειότερον δ’ εἰπεῖν
122
τῆς
ἀθεΐας καὶ τελεωτάτης
ἀσεβείας.
123
ἢ γὰρ οὐκ ἔχει φυσικὰς καὶ οὐσιώδεις
124
ἐνεργείας ὁ θεός, καὶ ἄθεός ἐστιν ὁ τοῦτο
125
λέγων· τοῦτο γὰρ
πάλιν
ἄντικρύς φησιν, ὅτι
126
οὐκ ἔστι θεός· οἱ γὰρ ἅγιοι φανερῶς
127
λέγουσιν, ὅτι φυσικῆς καὶ οὐσιώδους
128
ἐνεργείας μὴ οὔσης οὔτε θεὸς ἔσται οὔτε
129
ἄνθρωπος
130
ὁ ἐν δυσὶ ταῖς τοιαύταις ἐνεργείαις καὶ δυσὶ
131
ταῖς φύσεσι προσκυνούμενος Χριστός,
132
ἤ εἴπερ εἰσὶν ἐνέργειαι θεοῦ φυσικαὶ καὶ
133
οὐσιώδεις, κτισταὶ δέ εἰσιν αὗται, κτιστὴ
134
ἔσται καὶ ἡ ταύτας ἔχουσα οὐσία τοῦ θεοῦ·
135
ἧς γὰρ οὐσίας τε καὶ φύσεως αἱ φυσικαὶ καὶ
136
οὐσιώδεις ἐνέργειαι κτισταί, ἄκτιστος αὐτὴ
137
οὐκ
ἔστιν
.
138
12
ἀλλὰ καὶ ἡ θεία πρόνοια καὶ ἡ θεατικὴ
139
δύναμις καὶ ἡ τοῦ θεοῦ λαμπρότης ἡ καὶ
140
κατὰ τὸ
Θαβώριον
ἐπιφανεῖσα
Μωσεῖ
καὶ
141
Ἠλιοὺ
καὶ τοῖς συναναβᾶσιν ἐπὶ τὸ ὄρος τῷ
142
Χριστῷ τὴν οἰκείαν ἐκφαίνοντι θεότητα καὶ
143
βασιλείαν, καὶ αὗται τοίνυν κτίσματά εἰσιν
144
εἴπερ ἡ φύσις μόνη ἄναρχός ἐστι καὶ
145
ἀτελεύτητος καὶ αὕτη μόνη ἐστὶ τὸ ἄκτιστον
146
φῶς καὶ ἡ ἄκτιστος δόξα τοῦ θεοῦ, καὶ οὕτω
147
μία ἄκτιστος θεότης ὡς μόνης ἀκτίστου τῆς
148
θείας οὐσίας ὑπαρχούσης.
149
5.
150
Ἥ τε γὰρ πρόνοια σχέσις ἐστὶ τοῦ θεοῦ πρὸς
151
τὰ τῆς παρ’ αὐτοῦ προμηθείας ἀπολαύοντα
152
καὶ ἡ θεατικὴ δύναμις πρὸς τὰ ὁρώμενα καὶ
153
ἡ λαμπρότης πρὸς τὰ θείως λαμπρυνόμενα· ἡ
154
δὲ θεία φύσις σχέσις οὐκ ἔστι πάντῃ πάντων
155
ἀπολελυμένη τε καὶ ὑπερανιδρυμένη. καὶ τῆς
156
μὲν θεατικῆς ἐνεργείας τὸ δημιουργεῖν οὐκ
157
ἔστιν· ἐθεᾶτο γὰρ τὰ πάντα ὁ θεὸς καὶ πρὸ
158
γενέσεως, οὐκ ἐδημιούργει δὲ αὐτὰ καὶ πρὸ
159
γενέσεως. μὴ οὖσα τοιγαροῦν ἡ πάντα
160
ἐνεργοῦσα φύσις αὕτη κτιστὴ ἔσται
161
κἀντεῦθεν κατὰ τὸν
Βαρλαὰμ
ἡ θεατικὴ
162
ἐνέργεια τοῦ πνεύματος. ἡ δὲ θεία πρόνοια
163
μετέχεται παρὰ τῶν ἐπιτυγχανόντων ταύτης·
164
πάντα γάρ
, φησί,
τὰ ὄντα μετέχει προνοίας
165
παρὰ τῆς παναιτίου θεότητος ἐκβλυζομένης·
13
166
κατ’ οὐσίαν δὲ ὁ θεὸς ἀμέθεκτός ἐστι κατὰ
167
τὸν θεῖον
Μάξιμον
, καθ’ ἣν μόνην ἄκτιστός
168
ἐστι κατὰ τὸν
Βαρλαάμ
. οὐκοῦν κατ’ αὐτὸν
169
κἀντεῦθεν καὶ ἡ θεία πρόνοια κτιστή. ἡ δὲ
170
τοῦ θεοῦ λαμπρότης καὶ μετέχεται καὶ
171
μερίζεται·
«ἀμυδρὰν γάρ»
, φησίν,
«αὐγὴν
172
παρεγύμνωσεν ὁ κύριος ἐπ’ ὄρους»
οἵ τε
173
μύσται ταύτην εἶδον οὐχ ὁλόκληρον,
«ἵνα μὴ
174
σὺν τῇ ὁράσει καὶ τὸ ζῆν ἀπολέσωσι»
. τὸ δὲ
175
μερίζεσθαι τῆς ἐνεργείας ἀλλ’ οὐ τῆς οὐσίας
176
ὁ
Χρυσόστομος
ἀποφαίνεται πατήρ· ἀλλὰ
177
καὶ
«ἡ λαμπρότης τοῦ θεοῦ ἡμῶν ἔστω ἐφ’
178
ἡμᾶς»
, φησὶν ὁ ψαλμῳδὸς προφήτης·
14
καὶ
«εἰς
179
τοῦτό με φέρει τὸ μέτριον ἐνταῦθα φέγγος
180
λαμπρότητα θεοῦ ἰδεῖν καὶ παθεῖν»
, φησὶν ὁ
181
θεολόγος
Γρηγόριος
·
15
καὶ ὁ ἀπαστράπτων τὸ
182
ἀληθινὸν καὶ ἀδιάδοχον φῶς κατὰ τὸν μέγαν
183
Βασίλειον
τοὺς αὐτοῦ μετέχοντας ἄλλους
184
ἡλίους ἀπεργάζεται θείους·
«λάμψουσι γὰρ
185
καὶ οἱ δίκαιοι ὡς ὁ ἥλιος»
. ἡ δὲ θεία φύσις
186
ὑπὲρ πᾶσαν μέθεξίν ἐστιν, ἣν μόνην
187
ἄκτιστον φῶς ὁ
Βαρλαὰμ
ἀπεφήνατο. κατ’
188
αὐτὸν οὖν κτιστόν ἐστι καὶ τὸ θειότατον
189
φῶς, ἐπεὶ καὶ ὀνομάζεταί πως τοῦτο· ἡ δὲ
190
θεία φύσις παντάπασιν ἀνώνυμός ἐστιν ὡς
191
ὑπερώνυμος.
192
6.
193
Ταῦτα καὶ τὰ τοιαῦτα λεγόντων ἡμῶν πρὸς
194
τὰ τοῦ
Βαρλαὰμ
δυσσεβῆ συγγράμματά τε
195
καὶ κηρύγματα δέον ἐντεῦθεν ἐκεῖνον
196
τἀληθὲς καταμαθόντα τὴν δυσσεβῆ γνώμην
197
ἀποθέσθαι. μεθ’ ἱλαρότητος γὰρ πόσης ἂν
198
εἴπῃς; καὶ πρὸ τῶν ἐλέγχων πολὺν
199
ὑπεμείναμεν εὖ ἴσθι χρόνον τοῦτον
200
ἐνάγοντες πρὸς τὴν εὐσέβειαν. ὁ δὲ μηδὲ τοῖς
201
ἐλέγχοις εἴξας, καθάπερ οὐδὲ πρότερον τοῖς
202
προτρεπτικοῖς καὶ παρακλητικοῖς τῶν λόγων
203
ἔτι μᾶλλον, ὡς ᾤετο, κτιστὸν ἀποφαίνων τὸ
204
θειότατον φῶς καὶ πᾶσαν θείαν δύναμιν καὶ
205
ἐνέργειαν ἐκ τῶν παρ’ ἡμῶν προτεινομένων
206
ὑπὲρ τούτων πατερικῶν ῥημάτων συνήγαγε
207
καὶ συνέθηκε καθ’ ἡμῶν, μᾶλλον δὲ κατ’
208
αὐτῶν τῶν ἱερῶν πατέρων τὴν ὑπερκειμένην
209
καὶ ὑφειμένην θεότητα καὶ ταύτην
210
περιαγγέλλων ἅμα τε τοὺς ἀνεξετάστως
211
ἀκούοντας ἡμῶν ἐπεγείρει καὶ τὸ δῆθεν
212
ἄτοπον φεύγοντας πείθει κτιστὸν λέγειν
213
ἐκεῖνο τὸ φῶς καὶ πᾶσαν δύναμιν θεοῦ καὶ
214
ἐνέργειαν τῆς θείας οὐσίας ὁπωσδήποτε
215
διαφέρουσαν, ἵνα μὴ τῇ τοιαύτῃ διθεΐᾳ καὶ
216
αὐτοὶ περιπέσωσιν.
«εἰ γὰρ καὶ τὸ φῶς»
,
217
φησίν,
«ἄκτιστον, τὸ αἰτιατὸν καὶ μεθεκτὸν
218
καὶ ὁρατὸν ἐπ’ ὄρους γεγονός, ὁπωσδήποτε
219
θεότης προσαγορευόμενον, καὶ ἡ ὑπὲρ πᾶσαν
220
αἰτίαν καὶ μέθεξιν, ὅρασίν τε καὶ κατάληψιν,
221
ἐπωνυμίαν τε καὶ ἔκφανσιν φύσις τοῦ θεοῦ,
222
πῶς μία ἔσται, ἀλλ’ οὐχὶ δύο ἄκτιστοι
223
θεότητες, ὑπερκειμένη καὶ ὑφειμένη;»
16
μὴ
224
συνορῶν ὁ τάλας ὡς εἴπερ εἴη τὸ θεῖον φῶς
225
κτίσμα καὶ πᾶσα θεία ἐνέργεια ἣ τῆς θείας
226
διενήνοχεν οὐσίας, καθά φησιν αὐτός, οὕτω
227
μᾶλλον ἀδύνατον μίαν εἶναι θεότητα.
228
οὐδεμία γὰρ ἔσται ἄκτιστος θεότης· κτιστὴ
229
γάρ ἐστι καὶ ἡ φύσις, ἧς ἡ ἐνέργεια κτιστή.
230
7.
231
Ἀλλ’ οὐδὲ δυνατὸν συνελθεῖν εἰς μίαν
232
θεότητα τὸ ἄκτιστον καὶ τὰ κτιστά. ἐξ ὧν οὖν
233
αὐτός φησι δύο τοῦ θεοῦ κυρίως γίνονται
234
θεότητες, ἡ μὲν ὑπερκειμένη κατὰ πάντα
235
τρόπον καὶ ἀεί, ὡς ἄκτιστος ὑπάρχουσα
236
θεότης, ἡ δὲ ὑφειμένη καὶ διῃρημένη κατὰ
237
πάντα τρόπον καὶ ἀεὶ ὡς κτιστὴ ὑπάρχουσα
238
θεότης. ἐν ἀκτίστῳ δὲ οὐσίᾳ καὶ φυσικῇ
239
δυνάμει καὶ θελήσει καὶ λαμπρότητι καὶ
240
ἐνεργείᾳ μία ἐστὶ θεότης αὐτόθεν τῶν
241
φυσικῶν πρὸς τὴν κατάλληλον φύσιν τὴν
242
ἀδιάσπαστον ἕνωσιν ἐχόντων καὶ κατὰ τὸ
243
ἄκτιστον ἓν ὄντων καὶ ἴσον καὶ ἁπλοῦν. τὸ
244
γὰρ μὴ φυσικὴν ἔχον δύναμιν καὶ ἐνέργειαν
245
οὐχ ἁπλοῦν ἐστιν, ἀλλὰ μὴ ὄν· καὶ τὸ κατὰ
246
τὸ αἴτιον καὶ αἰτιατόν, μεθεκτόν τε καὶ
247
ἀμέθεκτον, χαρακτηρίζον τε καὶ
248
χαρακτηριζόμενον καὶ τὰ τοιαῦτα
249
ὑπερκείμενον καὶ ὑποβεβηκός, οὐδὲν
250
ἐμποδίζει πρὸς τὸ ἕνα εἶναι καὶ ἁπλοῦν τὸν
251
θεὸν μίαν ἔχοντα καὶ ἴσην καὶ ἁπλῆν
252
θεότητα.
253
8.
254
Καὶ ὁ πατὴρ γὰρ τοῦ υἱοῦ μείζων τῷ αἰτίῳ
255
καὶ διὰ τὸ τοῦ υἱοῦ ἀνθρώπινον, καὶ κατὰ τὸν
256
μέγαν
Βασίλειον
καὶ τὸν θεῖον
Κύριλλον
τὸ
257
πνεῦμα τῇ τάξει καὶ τῷ κατ’ αὐτὴν ἀξιώματι
258
τὸν υἱὸν ὑποβέβηκεν, ὡς δι’ αὐτοῦ
259
χορηγούμενον, φύσει δὲ οὐ δεύτερόν ἐστιν,
260
ὡς ὁ
Εὐνόμιος
πρῶτος ἐλήρησεν, ἀλλ’ ἴσον·
261
ὥσπερ γὰρ ὁ υἱὸς κύριος, οὕτω καὶ τὸ
262
πνεῦμα κύριον, ἀλλὰ ταῦτα εἷς θεὸς ἐν μιᾷ
263
θεότητι ἁπλῇ καὶ ἴσῃ. Οὐδ’ ἐπὶ τῆς οὐσίας
264
τοίνυν καὶ δυνάμεως καὶ ἐνεργείας καὶ
265
θελήσεως καὶ τῶν τοιούτων ἀκτίστων
266
ἁπασῶν οὐσῶν τὸ κατὰ τὴν τάξιν καὶ τὸ
267
αἴτιον καὶ τὰ τοιαῦτα ὑπερέχον πρὸς τὸ μίαν
268
εἶναι προσίσταται θεότητα. Ταῦτα γάρ ἐστιν
269
ἡ μία θεότης τῶν τριῶν προσκυνητῶν
270
προσώπων, ἡ οὐσία, ἡ θέλησις, ἡ δύναμις, ἡ
271
ἐνέργεια καὶ τὰ τοιαῦτα, οὐχ ὡς ἓν ὄντα καὶ
272
παντάπασιν ἀδιάφορα πρὸς ἄλληλα καὶ
273
οὐσία μόνον πάντα, τοῦτο γὰρ τῆς τοῦ
274
Βαρλαάμ
ἐστι παραφροσύνης, ἀλλ’ ὡς
275
ἑνιαίως καὶ ἀπαραλλάκτως ἐν πατρὶ καὶ υἱῷ
276
καὶ ἁγίῳ πνεύματι θεωρούμενα.
277
9.
278
Διὸ καὶ ὁ μέγας
Ἀθανάσιος
τὰ περὶ τὴν
279
οὐσίαν πάντα συλλαβὼν καὶ
280
ἀπαριθμησάμενος
«οὐχ ἕκαστον τούτων»
,
281
φησίν,
«οὐσία λέγεται, ἀλλὰ περὶ τὴν οὐσίαν,
282
ἃ καὶ ἄθροισμα καὶ πλήρωμα λέγεται
283
θεότητος κατὰ τὴν γραφήν, καθ’ ἑκάστην
284
τῶν ἁγίων ὑποστάσεων ἐπίσης θεωρούμενα
285
καὶ θεολογούμενα»
. ταῦτά ἐστιν ἡ παρὰ τῶν
286
εὐσεβῶν πρεσβευομένη μία καὶ ἁπλῆ καὶ
287
μόνη ἄκτιστος θεότης. ὁ δὲ λέγων μόνην
288
ἄκτιστον θεότητα τὴν οὐσίαν τοῦ θεοῦ
289
ἀκρωτηριάζει τὴν θεότητα, μᾶλλον δ’ ὡς
290
προαποδέδεικται καὶ ἀναιρεῖ τελέως. ὁ δὲ
291
ἀδιάφορα παντάπασι διατελεῖν οὐσίαν καὶ
292
δύναμιν καὶ θέλησιν καὶ ἐνέργειαν ἄκτιστον
293
ἰσχυριζόμενος τοῦ ἀκρωτηριάζοντος καὶ
294
ἀναιροῦντος διενήνοχεν οὐδέν διὰ τῆς
295
ἀσεβοῦς συναλοιφῆς αὐτὸ τοῦτ’
296
ἀπεργαζόμενος· εἰς ἄλληλα γὰρ
297
μεταχωροῦντα δι’ ἀλλήλων πάντα τὰ τοιαῦτα
298
χωρεῖ πρὸς τὸ μὴ ὄν. ὁ δὲ τὴν οὐσίαν
299
ἄκτιστον εἶναι μόνην διαβεβαιούμενος, τὴν
300
δὲ ταύτης οὕτω διενηνοχυῖαν δύναμιν καὶ
301
θέλησιν καὶ ἐνέργειαν κτιστήν, εἰς κτιστὰ καὶ
302
ἄκτιστα διχοτομεῖ τὴν μίαν θεότητα
303
διχοτομούμενος αὐτὸς καὶ ἀποτεμνόμενος
304
τῆς θείας χάριτος καὶ τελέως
305
ἀπορρηγνύμενος τῶν εὐσεβῶν
Ἀρείου
καὶ
306
Εὐνομίου
καὶ
Μακεδονίου
μηδὲν ἧττον,
17
ὅτι
307
μὴ καὶ μᾶλλον. δεῖ τοιγαροῦν τοῖς
308
ὀρθοτομεῖν αἱρουμένοις τὸν λόγον τῆς
309
ἀληθείας μετὰ συνέσεως καὶ τὴν ὑπεροχὴν
310
στέργειν τῆς θείας οὐσίας πρὸς τὰς θείας
311
ἐνεργείας, ὡς ἐντεῦθεν δεικνυμένης τῆς πρὸς
312
ἄλληλα διαφορᾶς, καὶ τὸ ἄκτιστον τῶν θείων
313
ἐνεργειῶν, εἰ καὶ τῆς οὐσίας διενηνόχασιν,
314
ὡς ἐντεῦθεν δεικνυμένου τοῦ ἑνιαίου τῆς
315
θεότητος· ἐκτὸς γὰρ τοῦ ἑνὸς θεοῦ ἄκτιστον
316
οὐδέν.
317
10.
318
Δεῖ δὲ προθεῖναι νῦν ἐκ πολλῶν ὀλίγας τῶν
319
ἁγίων φωνάς, παρ’ ὧν ἡ τῆς ἀκτίστου οὐσίας
320
πρὸς τὴν ἄκτιστον ἐνέργειαν ὑπεροχὴ λίαν
321
εὐσεβῶς διαδείκνυται, καὶ μάλιστα τῶν τοῦ
322
μεγάλου
Διονυσίου
, παρ’ οὗ σχεδὸν πρώτου
323
καὶ αὐτὰ τὰ στοιχεῖα τῆς θεολογίας ἡ
324
ἐκκλησία μεμύηται.
18
τὴν δὴ τοῦ ὄντως ὄντος
325
ἐκφαντορικὴν οὐσιωνυμίαν ἐξυμνεῖν ὁ μέγας
326
ἐπιβαλλόμενος,
«τοσοῦτον»
, φησίν,
327
«ὑπομνήσωμεν, ὅτι τῷ λόγῳ σκοπὸς οὐ τὴν
328
ὑπερούσιον οὐσίαν, ᾖ ὑπερούσιος, ἐκφαίνειν,
329
ἄρρητον γὰρ τοῦτο καὶ ἄγνωστόν ἐστι καὶ
330
παντελῶς ἀνέκφαντον καὶ αὐτὴν ὑπεραῖρον
331
τὴν ἕνωσιν, ἀλλὰ τὴν οὐσιοποιὸν εἰς τὰ ὄντα
332
πάντα τῆς θεαρχικῆς οὐσιαρχίας πρόοδον
333
ὑμνῆσαι»
. ἡ μὲν οὖν ἕνωσις, ἧς μετὰ
334
θαύματος ἐμνήσθη νῦν ὁ θεοφάντωρ, ἡ
335
θέωσίς ἐστι καθ’ ἥν, ὡς αὐτός φησιν
336
ἀρχόμενος τῆς περὶ τῶν θείων ὀνομάτων
337
πραγματείας,
«τοῖς ἀφθέγκτοις καὶ
338
ἀγνώστοις ἀφθέγκτως καὶ ἀγνώστως
339
συναπτόμεθα κατὰ τὴν κρείττονα τῆς καθ’
340
ἡμᾶς οὐσίας τε καὶ ἐνεργείας ἕνωσιν»
. περὶ
341
ταύτης τοίνυν δῆλον ἔσται προϊόντος τοῦ
342
λόγου. ἐνταῦθα δὲ κατάδηλον ὡς οὐ μόνον ἡ
343
μετὰ τῶν ἄλλων πάντων καὶ τῆς οὐσιοποιοῦ
344
προόδου ὑπερέχουσα οὐσία τοῦ θεοῦ, ἀλλὰ
345
καὶ ὑπερεχομένη πρόοδος αὕτη τοῦ θεοῦ
346
οὐσιοποιὸς οὖσα ἄκτιστός ἐστι· τὸ γὰρ
347
ποιητικόν τε καὶ δημιουργικὸν καὶ ταῦτα
348
πάντων ἁπαξαπλῶς τῶν ὄντων, πῶς ἂν εἴη
349
δεδημιουργημένον καὶ πεποιημένον καὶ τῶν
350
οὕτως ὄντων ἕν;
351
11.
352
Μετ’ ὀλίγα δὲ πάλιν ὁ αὐτός φησιν,
«οὐκ
353
ἐκφράσαι τὴν αὐτοϋπερούσιον ἀγαθότητα
354
καὶ οὐσίαν καὶ ζωὴν καὶ σοφίαν τῆς
355
αὐτοϋπερουσίου θεότητος ὁ λόγος
356
ἐπαγγέλλεται, τὴν ὑπὲρ πᾶσαν ἀγαθότητα
357
καὶ θεότητα καὶ οὐσίαν καὶ σοφίαν καὶ ζωήν,
358
ἐν ἀποκρύφοις ὡς τὰ λόγιά φησιν
359
ὑπεριδρυμένην, ἀλλὰ τὴν ἐκπεφασμένην
360
ἀγαθοποιὸν πρόνοιαν»
· εἰς ταύτην δὲ τὴν
361
πρόνοιαν κἀνταῦθα θεοπρεπεστάτους ὕμνους
362
ἀνατίθησιν. ἐν δὲ τῷ ἑνδεκάτῳ κεφαλαίῳ καὶ
363
θεότητα ταύτην ὀνομάζει γράφων·
«θεότητά
364
φαμεν ἀρχικῶς μὲν καὶ θεϊκῶς καὶ αἰτιατῶς
365
τὴν μίαν πάντων ὑπεράρχιον καὶ ὑπερούσιον
366
ἀρχὴν καὶ αἰτίαν· μεθεκτῶς δὲ τὴν
367
ἐκδιδομένην ἐκ θεοῦ τοῦ ἀμεθέκτου
368
προνοητικὴν δύναμιν, τὴν αὐτοθέωσιν, ἧς τὰ
369
μετέχοντα ἔνθεά ἐστί τε καὶ λέγεται»
. ἆρ’οὖν
370
ἡ ἀνέκφραστος καὶ ὑπεράρχιος οὐσία τοῦ
371
θεοῦ, ἡ κατὰ τὸ ἄφραστον καὶ ἀμέθεκτον καὶ
372
ἀνέκφαντον καὶ ἀναίτιον ὑπερέχουσα ταύτης
373
τῆς προνοίας μόνη ἄκτιστός ἐστιν; ἢ καὶ ἡ
374
ὑπερεχομένη παρὰ τῆς οὐσίας ἐκείνης ὡς
375
αἰτίας πρόνοια θεότης καὶ αὕτη
376
ὀνομαζομένη ὡς οὐκ ἐκτὸς οὖσα τοῦ
377
πληρώματος τῆς μιᾶς θεότητος ἄκτιστός
378
ἐστιν; τῶν ἀριδηλοτάτων ὅτι καὶ αὕτη
379
ἄκτιστός ἐστιν· ἔνθεα γὰρ ποιεῖ τὰ δεκτικὰ
380
θεώσεως, ὡς αὕτη μὴ ἐκτὸς οὖσα τοῦ ἑνὸς
381
θεοῦ, καὶ τῷ μετέχειν αὐτὰ ταύτης ἔνθεα
382
τελεῖται, ὡς μὴ μετοχῇ ταύτης ἐχούσης τὸ
383
τελεῖν θείας, ἐπεὶ καὶ αὐτοθέωσίς ἐστιν.
384
12.
385
Ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ δωδεκάτῳ κεφαλαίῳ
386
«θεότης ἐστὶν»
εἰπὼν
«ἡ πάντα θεωμένη
387
πρόνοια»
καὶ ταύτην κἀνταῦθα θείως
388
ἐξυμνήσας, εἶτά φησιν
«ἐκ τῆς ὑπερεχούσης
389
καὶ ὑπερκειμένης καὶ ἁπλουστάτης ἁγιότητος
390
καὶ κυριότητος καὶ βασιλείας καὶ θεότητος
391
εἶναι πᾶσαν ἀγαθὴν πρόνοιαν, θεωρὸν καὶ
392
συνοχικὴν τῶν προνοουμένων, ἑαυτὴν
393
ἀγαθοπρεπῶς ἐπιδιδοῦσαν πρὸς ἐκθέωσιν
394
τῶν ἐπεστραμμένων»
. ἡ τοίνυν ἐκ τῆς
395
ὑπερκειμένης καὶ ὑπερεχούσης καὶ
396
ἁπλουστάτης ἁγιότητος καὶ κυριότητος καὶ
397
βασιλείας καὶ θεότητος, δηλαδὴ τῆς οὐσίας
398
τοῦ θεοῦ· ἐκείνη γὰρ ἁπλουστάτη τέ ἐστιν,
399
ὡς παντάπασιν ἀμέριστος, καὶ διὰ τὸ καθ’
400
ἑαυτὴν ὑπερώνυμος εἶναι καὶ ἀνώνυμος μεθ’
401
ὑπεροχῆς ἐκ πασῶν καλεῖται τῶν οἰκείων
402
ἐνεργειῶν, ἡ γοῦν ἐξ ἐκείνης ἀγαθὴ πρόνοια
403
καὶ θεότης ὀνομαζομένη ὡς πάντων ἔφορος
404
καὶ πάντων θεωρός, τί ἄλλο ἢ τοῦ θεοῦ
405
ἐνέργειά ἐστιν, ἀλλ’ οὐκ οὐσία τῷ ἐξ
406
ἐκείνης εἶναι τῆς οὐσίας ἐκείνης διαφέρουσα
407
καὶ ὑπερεχομένη παρ’ ἐκείνης ὡς αἰτίας
408
οὔσης καὶ ὑπερωνύμου; πῶς οὖν οὐκ
409
ἄκτιστος ἡ ἐξ ἐκείνης αὕτη πρόνοια, θεωρὸς
410
οὖσα καὶ συνοχικὴ τῶν προνοουμένων, καὶ
411
ταῦτα ἑαυτὴν ἀγαθοπρεπῶς ἐπιδιδοῦσα πρὸς
412
ἐκθέωσιν τῶν ἐπεστραμμένων;
413
13.
414
Ἀλλὰ γὰρ δείξας καὶ μεθεκτήν, ταὐτὸ δ’
415
εἰπεῖν μετοχήν, οὖσαν ταύτην, ὡς καὶ αὐτὸς
416
πολλαχοῦ τῶν λόγων ὀνομάζει ταύτην,
417
«ἑαυτήν»
, γάρ φησιν,
«ἀγαθοπρεπῶς
418
ἐπιδιδοῦσαν»
, ἐφεξῆς εὐθὺς ἐπήγαγεν·
«ἐπεὶ
419
δὲ ὑπερπλήρης ἐστὶν ὁ πάντων αἴτιος, κατὰ
420
μίαν τὴν πάντων ὑπερέχουσαν ὑπερβολὴν
421
ἅγιος ἁγίων ὑμνεῖται κατὰ ὑπερβλύζουσαν
422
αἰτίαν καὶ ἐξῃρημένην ὑπεροχήν, ὡς ἄν τις
423
φαίη, καθ’ ὅσον ὑπερέχουσι τῶν οὐκ ὄντων
424
τὰ ὄντα ἅγια ἢ κύρια ἢ θεῖα ἢ βασιλικά, καὶ
425
αὖ τῶν μετεχόντων αἱ αὐτομετοχαί, κατὰ
426
τοσοῦτον ὑπερίδρυται πάντων καὶ τῶν
427
μετεχόντων καὶ τῶν μετοχῶν ὁ ἀμέθεκτος
428
αἴτιος»
, κατ’ οὐσίαν δηλονότι. ἆρ’ οὖν αἱ
429
ὑπερεχόμεναι αὐτομετοχαὶ αὗται παρὰ τοῦ
430
ἀμεθέκτου αἰτίου, ὧν ἐστι καὶ πᾶσα ἀγαθὴ
431
πρόνοια ὡς συνεκτικὴ καὶ θεωρὸς οὖσα τῶν
432
προνοουμένων καὶ ἐκθεωτικὴ τῶν πρὸς
433
αὐτὴν ἐπεστραμμένων θεότης ὀνομαζομένη,
434
κτίσματά εἰσι, διότι ὑπερέχονται παρὰ τοῦ
435
ἀμεθέκτου αἰτίου ὡς αἰτίου, καθάπερ ἡμᾶς
436
ἐδίδαξεν ὁ οὐρανόφρων οὗτος οὐ τῶν
437
μετεχόντων μόνων εἰπών, δηλονότι τῶν τε
438
ἄλλων καὶ τῶν τεθεωμένων, ὑπεριδρῦσθαι
439
τὸν ἀμέθεκτον αἴτιον, ἀλλὰ καὶ τῶν μετοχῶν,
440
τουτέστι καὶ αὐτῆς τῆς ἐκθεωτικῆς προνοίας
441
καὶ τῶν παραπλησίων κατὰ ὑπερβλύζουσαν
442
αἰτίαν καὶ ἐξῃρημένην ὑπεροχήν; Καὶ πῶς
443
ἔσται κτιστὰ τὰ μὴ μετοχῇ τὸ εἶναι ἔχοντα
444
καὶ τῶν μετεχόντων πάντων ὑπερέχοντα;
445
14.
446
Ὅτι δὲ οὐδεμία τῶν ἀκτίστων καὶ θείων
447
ἐνεργειῶν τούτων οὐσία ἐστίν, ὁ αὐτὸς
448
θεοφάντωρ ἐν τῷ πρὸ τούτου κεφαλαίῳ
449
φανερῶς ὑπέδειξεν εἰπών·
«οὐκ οὐσίαν τινὰ
450
θείαν ἢ ἀγγελικὴν εἶναί φαμεν τὸ αὐτοεῖναι,
451
ἀλλ’ αὐτοεῖναι καὶ αὐτοζωὴν καὶ
452
αὐτοθεότητά φαμεν καὶ αὐτὰς τὰς τοῦ θεοῦ
453
δυνάμεις, τὴν αὐτοουσίωσιν, αὐτοζώωσιν,
454
αὐτοθέωσιν»
. τήν γε μὴν ἐξῃρημένην ταύτην
455
καὶ ὑπερβάλλουσαν κατ’ οὐσίαν τοῦ θεοῦ
456
ὑπεροχὴν καὶ πρὸς αὐτὰς τὰς ἀκτίστους
457
ἐνεργείας ὁ τὰ πάντα πολὺς καὶ ὑψηλὸς
458
Διονύσιος
καὶ μηδὲν ἦττον ἠκριβωμένος ἢ
459
πολὺς τὰ θεῖα διὰ πάσης ὑμνεῖ τῆς περὶ τῶν
460
θείων ὀνομάτων πραγματείας πρὸς τῇ κατὰ
461
τὰς θείας ἐνεργείας διακρίσει τοῦ θεοῦ καὶ
462
τοῦτ’ αὐτὸ τῶν λόγων ὑπόθεσιν ποιούμενος.
463
ἀλλὰ καὶ τῷ θεραπευτῇ
Γαΐῳ
γράφων
464
ἐρωτήσαντι
465
πῶς
ὁ πάντων ἐπέκεινα καὶ
ὑπὲρ θεαρχίαν
466
ἐστὶ
καὶ ὑπὲρ ἀγαθαρχίαν,
19
467
«
εἰ θεότητα
»
, φησίν,
«καὶ ἀγαθότητα
νοήσαις
468
αὐτὸ
τὸ χρῆμα τοῦ
ἀγαθοποιοῦ καὶ
θεοποιοῦ
469
δώρου, τῆς οὕτω λεγομένης θεότητος
470
ὡς θεαρχίας καὶ ἀγαθαρχίας
471
ὁ πάσης ἀρχῆς ὑπεράρχιός ἐστιν ἐπέκεινα».
472
κἀν τῷ περὶ θείας εἰρήνης κεφαλαίῳ
473
τελευτῶν πάντας τοὺς θείους
ἡμῶν
474
ἱεροδιδασκάλους τοῦτ’ αὐτὸ προάγει
475
φάσκοντας.
476
15.
477
Ἔστιν ἄρα θεότης ὑφειμένη κατὰ τοὺς
478
θεοσόφους θεολόγους,
479
ὡς κἀνταῦθ’ εἶπεν ὁ μέγας
Διονύσιος
, ἡ
480
θέωσις,
δῶρον οὖσα τῆς ὑπερκειμένης
481
οὐσίας τοῦ θεοῦ.
20
καὶ μάτην νῦν ὁ
Βαρλαὰμ
482
τὴν διθεΐαν περιαγγέλλει δῆθεν καθ’ ἡμῶν·
483
εἰς γὰρ διαβολὴν τῶν ἀλήπτων θεολόγων
484
δῆλός ἐστι τοῦτο διαβόητον ποιούμενος,
485
κτιστὸν αὐτὸς εἶναι διατεινόμενος τὸ θεῖον
486
τοῦτο δῶρον καὶ οὕτω μίαν ἄκτιστον
487
θεότητα, τὴν οὐσίαν τοῦ θεοῦ. κατατεμὼν
488
τοίνυν ἐντεῦθεν τὸν θεὸν εἰς κτιστὰ καὶ
489
ἄκτιστα, εἶτα τοῖς εὐσεβῶς καὶ κατ’
490
ἐνέργειαν ἄκτιστον αὐτὸν φρονοῦσι
491
λοιδορεῖται.
492
τὸ
γὰρ
τοῦ θεοῦ θεοποιὸν δῶρον ἐνέργεια
493
αὐτοῦ
ἐστιν,
ἣν θεότητα καὶ ὁ μέγας
494
Διονύσιος
καὶ οἱ ἄλλοι πάντες θεολόγοι
495
πολλαχοῦ φασι, τῆς θείας ἐνεργείας μᾶλλον
496
ἢ τῆς θείας οὐσίας εἶναι τοὔνομα τῆς
497
θεότητος ἰσχυριζόμενοι·
498
καὶ τὰς ἐνεργείας
γὰρ
τοῦ πνεύματος
499
πνεύματα
φίλον τῷ
Ἡσαΐᾳ
καλεῖν
κατὰ τὸν
500
θεολόγον
Γρηγόριον
. ὡς οὖν ὁ προφήτης τὰς
501
ἐνεργείας τοῦ πνεύματος ἑπτὰ πνεύματα
502
καλέσας τῷ ἑνιαίῳ τοῦ πνεύματος οὐκ
503
ἐλυμήνατο, οὕτω καὶ τῇ τῆς θεότητος
504
ἐπωνυμίᾳ, καθάπερ ἀνωτέρω δέδεικται, καὶ ἡ
505
πρόνοια καλεῖται παρὰ τῶν ἁγίων ἐνέργεια
506
οὖσα τοῦ θεοῦ καὶ ἡ θεατικὴ δύναμις καὶ ἡ
507
θεοποιὸς χάρις τοῦ θεοῦ,
δηλαδὴ
ἡ θέωσις,
508
καὶ τὸ ἑνιαῖον τῆς θεότητος οὐκ ἀναιρεῖται.
509
αἱ δὲ τοῦ
θεοῦ
δυνάμεις καὶ αἱ
ἐνέργειαι
, ὡς
510
καὶ τοῦτ’ ἀνωτέρω δέδεικται,
ἄκτιστοί
εἰσι·
511
512
τοιγαροῦν ἡ θεοποιὸς χάρις τοῦ
θεοῦ
513
οὐ θεότης
καλεῖται
μόνον, ἀλλὰ καὶ
514
ἄκτιστός
ἐστι
κατὰ τοὺς θεοσόφους
515
θεολόγους.
516
Εἰ γὰρ καὶ σχέσιν αὐτὴν προϊὼν ὁ μέγας
517
προσηγόρευσεν, ἀλλὰ σχέσιν θεοῦ πρὸς τοὺς
518
τεθεωμένους· τοιαύτη γὰρ καὶ ἡ θεία
519
πρόνοια καὶ ἡ θεατικὴ δύναμίς ἐστι· μίμημα
520
δὲ ταύτην προσειπών, τὸ ἀμίμητον
521
προσέθηκε καὶ ἀρχὴν εἶναι τῶν θεουμένων
522
ταύτην ἔφη καὶ θεαρχίαν καὶ ἀγαθαρχίαν, ὃ
523
ἔστι μόνου τοῦ θεοῦ, καὶ θεοποιὸν αὐτὴν
524
προσείρηκεν, ἀλλ’ οὐ θεοπεποιημένην, ἵνα
525
δείξῃ ἄκτιστον διατελοῦσαν.
526
16.
527
Ὅτι δὲ ἡ θεοποιὸς χάρις, αὐτὴ ἡ θέωσις,
528
ἄκτιστός ἐστι, καὶ ὁ θεῖος παρρησίᾳ
Μάξιμος
529
ἀπαγγελεῖ γράφων·
«τοῦτό ἐστι τὸ τοῦ θεοῦ
530
εὐαγγέλιον· πρεσβεία θεοῦ πρὸς ἀνθρώπους
531
δι’ υἱοῦ σαρκωθέντος καὶ μισθὸν
532
δωρουμένου τοῖς αὐτῷ πειθομένοις τὴν
533
ἀγέννητον θέωσιν»
. καὶ πάλιν,
«ἡ θεία χάρις
534
μένει κἀν τῇ μεθέξει τῶν ἀπολαυόντων
535
αὐτῆς ἀκατάληπτος, ὅτι κατὰ φύσιν ὡς
536
ἀγένητος ἔχει τὴν ἀπειρίαν»
. καὶ πάλιν,
537
«πάσχομεν ὡς ὑπὲρ φύσιν οὖσαν κατὰ χάριν,
538
ἀλλ’ οὐ ποιοῦμεν τὴν θέωσιν»
. καὶ πάλιν,
539
«μόνης τῆς θείας χάριτος ἴδιον τοῦτο
540
πέφυκεν εἶναι τὸ ἀναλόγως τοῖς οὖσι
541
χαρίζεσθαι θέωσιν λαμπρυνούσης τὴν φύσιν
542
τῷ ὑπὲρ φύσιν φωτὶ καὶ τῶν οἰκείων ὅρων
543
αὐτὴν ὑπεράνω κατὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς
544
δόξης ποιουμένης»
.
545
διὸ καὶ ὁ μέγας
φησὶ
Βασίλειος
.
«τὸ πνεῦμα
546
τὸ ἅγιον ἐξέχεεν
ἐφ’ ἡμᾶς ὁ θεὸς
πλουσίως
547
διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐξέχεεν, οὐκ ἔκτισεν,
548
ἐχαρίσατο
, οὐκ ἐδημιούργησεν, ἔδωκεν, οὐκ
549
ἐποίησε»
. τί
οὖν
ἐξέχεε καὶ
ἐχαρίσατο καὶ
550
ἔδωκεν ἡμῖν ὁ θεὸς
διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ
;
551
ἆρα τὴν οὐσίαν ἢ τὴν χάριν τοῦ
ἁγίου
552
πνεύματος; τὴν θεοποιὸν πάντως χάριν,
553
καθάπερ
καὶ ὁ
χρυσόστομος
θεολόγος
554
Ἰωάννης φησίν, ὅτι
«οὐχ ὁ θεός, ἀλλ’ ἡ
555
χάρις ἐκχεῖται»
·
556
διὰ ταύτης γὰρ καὶ ἡ τοῦ πνεύματος φύσις
557
ἄκτιστος οὖσα καὶ γνωρίζεται καὶ δείκνυται
558
μηδεμίαν ἔκφανσιν ἔχουσα καθ’ ἑαυτήν.
559
σαφῶς
οὖν
ἄκτιστος ἡ χάρις
αὕτη, καὶ
560
τοσοῦτο σαφῶς, ὡς
561
562
καὶ τὸ
ταύτης
ἀποτέλεσμα
τῶν
563
κεχαριτωμένων θείως καὶ τεθεωμένων
564
ἕκαστόν φημι ἄναρχον, ἀΐδιον, ἀτελεύτητον,
565
ταὐτὸ δ’ εἰπεῖν
ἄκτιστον
καλεῖσθαι κατ’
566
αὐτήν. κατὰ γὰρ τὸν θεῖον πάλιν
Μάξιμον
«ὁ
567
τοῦ ἀεὶ εὖ εἶναι λόγος κατὰ χάριν τοῖς ἀξίοις
568
παραγίνεται τὸν θεὸν ἐπιφερόμενος, τὸν
569
πάσης ἀρχῆς καὶ τέλους κατὰ φύσιν
570
ἀνώτερον ποιοῦντα τοὺς ἀρχὴν ἔχοντας
571
κατὰ φύσιν καὶ τέλος ἀνάρχους κατὰ χάριν
572
καὶ ἀτελευτήτους»
, ἐπεὶ
573
καὶ ὁ μέγας
Παῦλος
21
τὴν χρονικὴν μηκέτι
574
ζῶν ζωήν, ἀλλὰ
«τὴν τοῦ ἐνοικήσαντος
575
λόγου θείαν καὶ ἀΐδιον»
ἄναρχος γέγονε
576
καὶ ἀτελεύτητος χάριτι,
577
καὶ ὁ
Μελχισεδὲκ
«οὔτε ἀρχὴν
578
ἡμερῶν, οὔτε ζωῆς τέλος ἔσχεν»
, οὐ διὰ τὴν
579
φύσιν τὴν κτιστήν, δι’ ἣν τοῦ εἶναι ἤρξατο
580
καὶ ἔληξεν, ἀλλὰ διὰ τὴν χάριν τὴν θείαν καὶ
581
ἄκτιστον καὶ ἀεὶ οὖσαν ὑπὲρ πᾶσαν φύσιν
582
καὶ χρόνον ἐκ τοῦ ἀεὶ ὄντος θεοῦ.
583
584
κτιστὸς οὖν ἦν ὁ
Παῦλος
μόνον
μέχρις ἂν
585
ἔζη τὴν προστάγματι θεοῦ ἐξ οὐκ ὄντων
586
γεγονυῖαν ζωήν· ὅτε δὲ
μὴ
ταύτην ἔζη,
587
ἀλλὰ τὴν ἐνοικήσει τοῦ θεοῦ
588
προσγενομένην ἄκτιστος γέγονε τῇ χάριτι,
589
καθὰ καὶ ὁ
Μελχισεδὲκ
καὶ πᾶς ὁ ζῶντα καὶ
590
ἐνεργοῦντα μόνον τὸν τοῦ θεοῦ λόγον ἐν
591
ἑαυτῷ κτησάμενος.
592
17.
593
Ταῦτ’ ἄρα
καὶ ὁ μέγας φησὶ
Βασίλειος
, ὅτι
594
«τὸ κινηθὲν ὑπὸ πνεύματος ἁγίου κίνησιν
595
ἀΐδιον ζῷον ἅγιον ἐγένετο· ἔσχε δὲ ἀξίαν
596
ἄνθρωπος, πνεύματος εἰσοικισθέντος
ἐν
597
αὐτῷ,
προφήτου, ἀποστόλου, ἀγγέλου, θεοῦ,
598
ὢν πρότερον γῆ καὶ σποδός»
.
599
καὶ πάλιν,
«διὰ πνεύματος ἁγίου κοινωνὸν
600
γενέσθαι τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ, τέκνον
601
φωτὸς χρηματίζειν, δόξης ἀϊδίου μετέχειν»
. ὁ
602
δὲ
Νύσσης
θεῖος
Γρηγόριος
«ἐκβαίνει»
, φησί,
603
«τὴν ἑαυτοῦ φύσιν ὁ ἄνθρωπος ἀθάνατος ἐκ
604
θνητοῦ καὶ ἐξ ἐπικήρου ἀκήρατος καὶ ἐξ
605
ἐφημέρου ἀΐδιος καὶ τὸ ὅλον θεὸς ἐξ
606
ἀνθρώπου γινόμενος·ὁ γὰρ θεοῦ υἱὸς
607
γενέσθαι καταξιωθεὶς ἕξει πάντως ἐν ἑαυτῷ
608
τοῦ πατρὸς τὸ ἀξίωμα»
.
609
τοιοῦτοι μὲν οὖν οἱ θεοειδεῖς
610
πάντες κατὰ τὴν χάριν
ὥσπερ καὶ θεοί. Αὐτὴ
611
δ’ ἡ χάρις ἄκτιστος
612
οὐ κατὰ χάριν,
613
614
ἔσται
γὰρ
χάρις χάριτος καὶ ταύτης πάλιν
615
ἄλλη καὶ τοῦτ’ἐπ’ ἄπειρον
οὐ στήσεται
616
προβαῖνον,
617
ἄκτιστος
οὖν ὡς ἀληθῶς
ἡ χάρις.
618
τὸν γὰρ κενόφρονα
22
ληρεῖν ἐᾶν, μίμησιν
619
φυσικὴν
εἶναι
λέγοντα τὴν χάριν ταύτην, ἐπεὶ
620
πολλαί τε καὶ δειναὶ καὶ ἀπὸ τούτου
621
τίκτονται αἱρέσεις.
622
καὶ κατὰ τὸν θεῖον πάλιν
Μάξιμον
«θεώσεως
623
οὐδὲν γενητὸν κατὰ φύσιν ἐστὶ ποιητικόν,
624
καὶ τῆς κατὰ φύσιν δυνάμεως οὐδαμῶς ἡ
625
θέωσις ὑπάρχει κατόρθωμα»
.
626
σὺ
δὴ
φύλαττέ μοι τὴν καλὴν ταύτην
627
τῶν πατέρων παρακαταθήκην, ὅτι ἄκτιστος ἡ
628
θεία
χάρις
629
630
631
632
633
634
635
636
637
638
639
640
641
642
643
644
645
646
647
648
ὡς φύσεως ἐνέργεια θεοῦ καὶ κατὰ τὸν ἅγιον
649
Ἰσαὰκ
«ὡς δόξα τῆς φύσεως αὐτοῦ»
.
650
μόνον δὲ ἄκτιστον εἰπών τις τὸν θεὸν
651
καὶ τὰς αὐτοῦ φυσικὰς ἐνεργείας
652
συμπεριείληφεν ἁπάσας. τί οὖν ἔτι δεῖ ζητεῖν
653
καὶ διαιρεῖν;
654
18.
655
Ἀλλ’
ὁ κενόφρων οὗτος τὰ βαθέα τοῦ
656
σατανᾶ μεμυημένος καὶ κτιστὰς δυσσεβῶς
657
δοξάζων τὰς θείας ἐνεργείας
658
659
660
661
662
663
μίαν ἄκτιστον
δολίως
κηρύττει θεότητα
23
664
μόνην τὴν θείαν φύσιν, ὡς εὐπαράδεκτος εἴη
665
τοῖς μὴ καλῶς εἰδόσι τὰς γραφὰς κτιστὰς
666
ἀποφαινόμενος τὰς θείας ἐνεργείας, μάλιστα
667
δὲ τὴν θεοποιὸν χάριν τοῦ παναγίου
668
πνεύματος κακῶς διαιρῶν τῆς ὑπερουσίου
669
φύσεως ἐκείνης. Μὴ ἀγνοήσαντες οὖν ἡμεῖς
670
τὴν τοιαύτην πανουργίαν, ἥκιστα
671
συνεθέμεθα τοῖς ὑπ’ αὐτοῦ προτεινομένοις,
672
μᾶλλον δὲ οὐδὲ φάναι τι πρὸ τῆς ἀκριβοῦς
673
ἐρεύνης ἠξιώσαμεν· προὐκαλεσάμεθα δὲ
674
αὐτὸν εἰς λόγους, ἵνα φανερὰ γένηται ἡ
675
εὐσεβὴς διάνοια. Ὁ δὲ ὑπέπτυξε καὶ οὐδὲ
676
γρύξαι, πίστευσον, ἐτόλμησε πολλῶν
677
παρόντων.
24
Εἰ δὲ νῦν πονηρὰ διὰ τοῦτο
678
κηρύττει καθ’ ἡμῶν αὐτόσε, χαρᾶς ἡμῖν
679
πρόξενος γίνεται καὶ
μισθοῦ πολλοῦ τοῦ ἐν
680
τοῖς οὐρανοῖς
. Διὸ καὶ τῷ ἐπαγγειλαμένῳ
681
ταῦτα λέγομεν
‘κύριε, μὴ στήσῃς αὐτῷ τὴν
682
ἁμαρτίαν ταύτην’
, εἰ καὶ διὰ τοὺς
683
βλαπτομένους ὀδυνώμεθα. Ταῦθ’ οὕτως
684
ἔχειν σχεδὸν πάντες οἱ ἐνταῦθα
685
συμμαρτυρήσουσι.
686
19.
687
Μετὰ μέντοι τὴν πρὸς
τὸ ἅγιον ὄρος
ἡμῶν
688
ἀποδημίαν, ἐν ᾧ καὶ
Τόμον ἐν ἑπτὰ
689
κεφαλαίοις
πρὸς τὰ παρ’ αὐτοῦ κατὰ τῶν
690
ὀρθοδόξων γεγραμμένα πεποιήκαμεν
691
ὑπογεγραμμένον παρά τε τοῦ ὁσιωτάτου
692
πρώτου καὶ τῶν ἡγουμένων καὶ τῶν λογάδων
693
γερόντων καὶ τοῦ ἱερωτάτου ἐπισκόπου
694
Ἱερισσοῦ
συμφωνούντων πάντων ἡμῖν καὶ
695
ἀποφηναμένων μὴ παραδέξασθαι εἰς
696
κοινωνίαν τὸν μὴ συμφωνοῦντα, ὅστις ἂν ᾖ,
697
μετὰ τοῦτο τοίνυν, ἐνῆν ἡμῖν εὐθὺ
τῆς
698
Κωνσταντίνου
χωρεῖν· ἀλλὰ πρῶτον μὲν ἐπὶ
699
νοῦν ἐβαλόμην ὡς ὁ τῶν πατέρων θεὸς
700
ἐγερεῖ κἀκεῖ τοὺς ὑπὲρ αὐτῶν λαλήσοντας,
701
ἔπειτα καὶ τοῦτ’ ἔλεγον ἐπ’ ἐμαυτοῦ· ‘δῶμεν
702
ἐκείνῳ τῷ ταλαιπώρῳ ταῖς γοῦν κεναῖς
703
ἐλπίσιν ἀναπνεῦσαι μικρόν, μὴ καὶ αὐτόχειρ
704
γένηται’. καὶ γὰρ λέγοντος ἤκουσα παρόντος
705
ἐνταυθοῖ διὰ στόματος, ὡς πολλάκις
706
ἐκινδύνευσε διαρραγῆναι τῇ ἀμηχανίᾳ δήπου
707
καὶ τῷ θυμῷ. ἡνίκα καὶ πρὸς αὐτόν, αὐτὸν
708
ἐλεήσας, εἶπον μηδὲν ἕτερον εἶναι τὸ
709
βιαζόμενον ἡμᾶς σφοδρῶς ἀντιλέγειν ἢ ὅτι
710
αἱρετικοὺς λέγει τοὺς μοναχούς, κἂν τοῦτο
711
μὲν ἀφῇ καὶ τὰ ἐπὶ τούτῳ συγγράμματα, φῇ
712
δὲ μὴ πληροφορεῖσθαι πρὸς τὰ ἐκείνων,
713
στήσεται τὰ τοῖς ἀντιλογίας· αὐτοῦ γὰρ
714
βραχὺς ἡμῖν ὁ λόγος. τοῦτο μὲν ἐγὼ πρὸς
715
αὐτὸν εἶπον. ὁ δ’ ἐπῄνεσε καὶ ὑπέσχετο
716
πράξειν. ἐπὶ δὲ τοῦ μεγάλου διοικητοῦ
717
συνόντος ἐπίτηδες ἡμῖν
25
καὶ διετείνατο
718
μεταποιῆσαι μὲν τὰ κατὰ τῶν μοναχῶν
719
συγγράμματα, πρώτῳ δὲ πάντων ἐν σχεδίοις
720
ὑποδεικνύειν ἐμοὶ τὰ μετεσκευασμένα, κἂν
721
ἔτι μοι δοκῶσι δεῖσθαί τινος μεταποιήσεως,
722
ὥστε μηδένα πλήττειν, πείθεσθαι καὶ
723
μεταπλάττειν. οὔπω γὰρ τότε φανερὸς ἦν καὶ
724
κατ’ ἐμοῦ μεμηνώς, ἀλλ’ ὑπέστη μὲν ταῦτα,
725
γέγραφε δὲ οἷα βλέπεις·
26
ἐξ ἐκείνου γὰρ ὅλος
726
ἰδίως ἐρρύη κατ’ ἐμοῦ· ταῦτα δὲ καὶ ἡμεῖς
726
παρ’ ἡμῖν αὑτοῖς ἔχομέν τε καὶ ἀνετάζομεν,
727
καθάπερ ἀλλοφύλων τέκνα ζωγρήσαντες.
728
ἐπιλείψει δέ με ὁ χρόνος τὰ μεταξὺ
729
διηγούμενον καὶ ὅπως τὰς ἐμὰς διαδράναι
730
χεῖρας οὐκ ἴσχυσεν. ἔργῳ τοίνυν ἀναπέφηνε
731
νῦν ὡς ἐκεῖνος ποιήσει μέγα ἔλεος μετ’
732
αὐτοῦ, ὃς σφοδροτέρᾳ χρησάμενος ἀντιθέσει
733
τὰ πονηρὰ ταυτὶ συγγράμματα διασπάσει
734
τελέως· οὐ γὰρ ἠρεμήσει νυττόμενος ὑπ’
735
ἐκείνων καὶ προσδοκῶν τινας διαθήσειν
736
κακῶς.
737
20.
738
Κάτεχέ μοι τοίνυν αὐτοῦ τὴν πονηρὰν δέλτον
739
καὶ τὸν ταύτης πατέρα πρὸς γὰρ φυγὴν
740
χωρήσει πυθόμενος ἥξοντα· ἥξω δ’ ἢν ἐθέλῃ
741
θεὸς μετὰ τοῦ κρατίστου καὶ ἁγίου ἡμῶν
742
αὐτοκράτορος ὡς ἂν πατάξωμεν τὸν ἄνδρα
743
τοῖς λόγοις καὶ ἰασώμεθα. παντὸς μέντοι
744
μᾶλλον ἔπεισί μοι θαυμάζειν ἀρτίως πῶς
745
ἐξηπάτησεν ὑμᾶς·
27
ὡς καινοῦ τινος νῦν
746
γραφέντος ἢ λεχθέντος αὐτὸς ἐπιλαβόμενος
747
τὸ τῆς διθεΐας ἔγκλημα συνεστήσατο· τοῦτο
748
γὰρ αὐτό ἐστιν, εὖ ἴσθι, ὅπερ ἐξ ἀρχῆς καὶ
749
πρὶν ἐντυχεῖν ἡμῖν καὶ μέχρι τέλους λέγει,
750
ὡς
«ἐπειδή τινα τῶν νῦν ἢ τῶν πώποτε ἐν
751
φωτί φατε θεὸν ἰδεῖν, ἔστι δὲ ὁ θεὸς ἀόρατος,
752
δύο ἄρα θεοὶ καὶ θεότητες, ὁρατὸς καὶ
753
ἀόρατος, ὑφειμένος καὶ ὑπερκείμενος»
. τότε
754
δ’ οἴεται καλῶς ἡμᾶς ἐρεῖν ἡνίκ’ ἂν φαῖμεν
755
τὸ περιαστράψαν ἐν
Θαβὼρ
τοὺς
756
ἀποστόλους φῶς καὶ τὴν τοιαύτην ἔλλαμψιν
757
καὶ χάριν ἢ κτιστὸν φάσμα δι’ ἀέρος
758
ὁρώμενον ἢ πλάσμα φαντασιωδῶς
759
πλαττόμενον, νοήματός τε χεῖρον καὶ
760
ἀλυσιτελὲς πάντῃ λογικῇ ψυχῇ, ὡς φαντασίᾳ
761
προσῆκον ἢ αἰσθήσει, σύμβολόν τε, οὐχ οἷον
762
ἄν τις εἴποι καί τι τῶν ὑφεστηκότων ἢ τῶν
763
περί τι θεωρουμένων, ἀλλ’ ἔστι μὲν ὅτε
764
φαίνεσθαι δοκοῦν, ὂν δὲ οὐδέποτε, ὡς
765
ἀνύπαρκτον τελέως.
766
21.
767
Ἡμεῖς δὲ οὐχ οὕτως ἐδιδάχθημεν. τοῦτο δέ
768
φαμεν, ὡς εἴ τις ἐν τοῖς ἡμετέροις
769
γράμμασιν ἡμᾶς καινοτομοῦντας δείξει καὶ
770
παρὰ τὰ τοῖς πατράσιν εἰρημένα τε καὶ
771
ἐγνωσμένα γράφοντάς τι ἢ φρονοῦντας,
772
τοῦτον ἡμεῖς ὡς διορθωτὴν ἡμῶν ἀκουσίως
773
σφαλλομένων ἀποδεξόμεθα καὶ εἴξομεν
774
αὐτῷ πῶς ἂν εἴποις ᾄσμενοι, συμφωνοῦντας
775
δὲ τοῖς ἁγίοις, εἴ τις ἐθέλει κακῶς τι λέγειν ἢ
776
κακῶς διατιθέναι, καὶ τοῦτ’ οἴσομεν
777
προθύμως, ἵνα καὶ τῆς εὐλογίας καὶ τῆς ἐν
778
θεῷ εὐπαθείας τοῖς ἁγίοις κοινωνήσωμεν,
779
ἀνεῖναι δὲ πρὸς τὸν κατήγορον αὐτῶν
780
ἀντιλέγοντες οὐκ ἀνεξόμεθα. πρὸς τοὺς
781
ἁγίους γὰρ ἴσθι καὶ τὸν πόλεμον
782
ἀνεγηγερμένον καὶ τὴν ὕβριν τῆς διθεΐας
783
ἀναφερομένην· καὶ γὰρ ἐκ τῶν παρ’ αὐτῶν
784
εἰρημένων ταύτην ἐκβαίνειν ὁ κενόφρων
785
οἴεται· λανθάνειν δὲ τοὺς ἀκούοντας
786
βουλόμενος, ποτὲ μὲν ἀνωνύμως, ποτὲ δ’
787
ἡμῶν ἕνα, ποτὲ δέ τινα τῶν πάλαι ποτὲ
788
αἱρετικῶν ἐκείνων προφασίζεται. μηδεὶς
789
τοίνυν ὑποδειλιάσας ἑαυτὸν ἐκτὸς ποιείτω
790
τοῦ δοκοῦντος ἐγκλήματος· αὐτός τε γὰρ
791
ζημιωθήσεται τῆς συμφωνίας ἐκείνης καὶ τοῦ
792
θείου χοροῦ τῶν ἁγίων περιγράψας ἑαυτόν,
793
καὶ ζημιώσει τὸν ἀφρόνως διασπᾶν
794
προῃρημένον τὸν χορὸν ἐκεῖνον καὶ τὴν
795
θαυμαστὴν συμφωνίαν ἀμαυροῦν θάρσος
796
ἐμποιήσας οὐ μικρὸν αὐτῷ.